Τόλο — Sp Tòlas Ap Τόλο/Tolo L P Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Αργολίδα — Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Πελοποννήσου. Στην αρχαιότητα το όνομα αυτό είχε η περιοχή που εκτεινόταν από τον Ισθμό της Κορίνθου έως τη βορειοανατολική Πελοπόννησο, από τον Σαρωνικό και Κορινθιακό έως τον Αργολικό κόλπο στα Ν, την Αρκαδία … Dictionary of Greek
Tolo — Badeort am Argolischen Golf Die Bucht von Tolo Tolo … Deutsch Wikipedia
δασκαλειό — I Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 69 κάτ.) του νομού Αττικής. Βρίσκεται στις ανατολικές ακτές του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κερατέας της νομαρχίας Ανατολικής Αττικής. Άποψη του οικισμού Δασκαλειό στην Αττική. II Τοπωνύμια της ελλαδικής … Dictionary of Greek
τόλμη — η, ΝΜΑ, και δωρ. τ. τόλμα Α 1. θάρρος, αφοβία, σθένος, περιφρόνηση τού κινδύνου (α. «είχε την τόλμη να υψώσει το ανάστημά του απέναντι στους ισχυρούς» β. «ἐκπεπλῆχθαι μὲν ἐπὶ τῇ πολυφροσύνη τε καὶ τόλμη», Ηρόδ.) 2. συνεκδ. (με κακή σημ.) θράσος,… … Dictionary of Greek
Ασίνη — I Σημαντικός προϊστορικός οικισμός 8 χλμ. ΝΑ του Ναυπλίου (σημερινό Τολό). Σουηδικές ανασκαφές αποκάλυψαν τα λείψανα των οχυρώσεων της 2ης χιλιετίας και του 3ου αι. π.Χ. Κατά τους Μυκηναϊκούς χρόνους συνδεόταν οδικά με τις Μυκήνες και φαίνεται… … Dictionary of Greek
Δρέπανο — Ονομασία τεσσάρων οικισμών. 1. Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ., 1.338 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπλίας του νομού Αργολίδος. Βρίσκεται στη νότια ακτή του νομού, κοντά στο Τολό. Αποτελεί έδρα του δήμου Ασίνης. Έως το 1928 ονομαζόταν Χαϊδάρι … Dictionary of Greek
Κελέβη ή Σουλαουέσι — (Celebes ή Sulawesi). Νησί (191.671 τ. χλμ., 14.946.488 κάτ. το 2000) της ανατολικής Ινδονησίας, ένα από τα μεγαλύτερα του Μαλαϊκού αρχιπελάγους. Βρίσκεται Α της Βόρνεο (από την οποία χωρίζεται με το στενό Μακάσαρ) και Δ των Μολούκων. Πρωτεύουσά… … Dictionary of Greek
Tolas — Sp Tòlas Ap Τόλο/Tolo L P Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Tolo — Sp Tòlas Ap Τόλο/Tolo L P Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė